Ξύλο Τικ
Είναι γνωστό για την κομψότητα και την αντοχή του. Διαθέτει, δε, μοναδικές ιδιότητες, οι οποίες το κατατάσσουν στα ακριβά ξύλα. Από τον 7ο ήδη αιώνα, καταγράφεται η χρήση του σε κατοικίες πλουσίων. Η φήμη του ξεπέρασε σύντομα τα όρια της Ασίας και – μέσω των Ολλανδών αποικιοκρατών της Ινδονησίας, που το χρησιμοποίησαν στη ναυπηγική – έφθασε στην Ευρώπη.
Πατρίδα του είναι η ΝΑ Ασία και κυρίως η Ινδονησία, όπου οι τοπικές αρχές ανέκαθεν προστάτευαν τα δάση και τις καλλιέργειες του Τικ. Στη μετά την αποικιοκρατία εποχή, οι Ινδονησιακές αρχές ίδρυσαν ένα φορέα διαχείρισης των δένδρων Τικ, καθ’ όσον αποτελούν εθνικό πλούτο. Έτσι, μόνον ένας προκαθορισμένος αριθμός δένδρων μπορεί να ξυλευθεί ετησίως. Όσα δένδρα κόπτονται, άλλα τόσα ακριβώς φυτεύονται, διότι απαιτούνται 80 περίπου έτη για να «ενηλικιωθεί» ένα δένδρο Τικ και να είναι έτοιμο προς ξύλευση.
Το ξύλο του, περιέχει σε αφθονία φυσικά έλαια, ακόμη και μετά την κοπή του. Αυτή η ιδιότητά του βοηθάει το ξύλο να είναι περισσότερο ανθεκτικό σε ασθένειες και αντίξοες καιρικές συνθήκες. Μετά την αποξήρανσή του, οπότε η υγρασία του κατέρχεται (περίπου στο 10%), τα έλαια και το καουτσούκ το καθιστούν τελείως αδιάβροχο και το προστατεύουν από τους μύκητες και άλλα παράσιτα. Η μοναδική περιποίηση είναι μία τακτική επάλειψη με έλαιο Τικ.
Η ανθεκτικότητα του Τικ αποδεικνύεται με τα αντικείμενα από αυτό το ξύλο, ηλικίας 2000 ετών, που βρέθηκαν άθικτα σε σπηλιές της ανατολικής Ινδίας. Αυτό το γεγονός, αιτιολογεί την καλή του ποιότητα και την υψηλή τιμή του. Τα κλασικά έπιπλά μας από Τικ, προέρχονται από αυτά ακριβώς τα δάση της Ινδονησίας.